- ξεδιαντροπιά
- η бесстыдство, бессовестность, наглость
Νέα ελληνική-Ρωσικά λεξικό. И.П. Хориков, М.Г. Малев. 1980.
Νέα ελληνική-Ρωσικά λεξικό. И.П. Хориков, М.Г. Малев. 1980.
ξεδιαντροπιά — και ξαδιαντροπιά, η [ξεδιάντροπος] 1. παντελής έλλειψη ντροπής, αδιαντροπιά 2. μεγάλη θρασύτητα … Dictionary of Greek
ξεδιαντροπιά — η βλ. ξαδιαντροπιά … Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)
ξαδιαντροπιά — η βλ. ξεδιαντροπιά … Dictionary of Greek
κυνισμός — ο 1. η φιλοσοφία των κυνικών. 2. αναίδεια, ξεδιαντροπιά … Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)